Υποχωρητικότητα, αναβλητικότητα και καταπιεσμένος θυμός
Μία δεύτερη παγίδα που νιώθει το συντριπτικό ποσοστό των αντρών (75%), είναι η «προσπάθεια να ευχαριστήσουμε τους άλλους» που εκδηλώνεται με το εξής σκεπτικό: «Όταν νιώθουμε ανασφάλεια για τον εαυτό μας και φοβόμαστε μήπως ενοχλήσουμε τους άλλους, προσπαθούμε να τους ευχαριστήσουμε κάνοντας ό,τι νομίζουμε πως αυτοί θέλουν. Ως αποτέλεσμα:
Α) καταλήγουμε να μας εκμεταλλεύονται οι άλλοι γεγονός που μας καταθλίβει, μας θυμώνει ή μας ενοχοποιεί και έτσι επιβεβαιώνεται η ανασφάλειά μας,
Β) μερικές φορές νιώθουμε ότι χάσαμε τον έλεγχο εξαιτίας της ανάγκης να ευχαριστήσουμε τους άλλους και αρχίζουμε να κρυβόμαστε, να αναβάλλουμε πράγματα που πρέπει να κάνουμε και να μην τηρούμε τις δεσμεύσεις μας απέναντι στους άλλους, με συνέπεια να τους κάνουμε να θυμώνουν, γεγονός που αυξάνει την ανασφάλειά μας».
Από την έρευνα αυτή δηλαδή, φαίνεται ότι τρεις στους τέσσερις άντρες προτιμούν να μην ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες προκειμένου να είναι ευχάριστοι στους άλλους ή να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους. Μερικές φορές όμως, η υπερβολική προθυμία προσφοράς στο κοινωνικό περιβάλλον μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εκμετάλλευσής. Στην περίπτωση αυτή, δηλαδή όταν οι συνεχόμενες υποχωρήσεις, με σκοπό την απόκτηση της εύνοιας των άλλων, έχουν οδηγήσει στην διαιώνιση μιας «υποτακτικής εικόνας» για τον εαυτό, τότε ο άνθρωπος κατακερματίζεται από τη γέννηση συναισθημάτων υποτίμησης, απόρριψης, χαμηλής αυτοεκτίμησης και άλλων αυτομομφικών σχημάτων.
Τονίζεται ότι η προσπάθεια απόκτησης της εύνοιας, δε συντελείται πάντα σε συνειδητό επίπεδο. Αντίθετα, λαμβάνει χώρα με τη μορφή της προσπάθειας ευχαρίστησης των άλλων, με την εκτέλεση έργων που για τους περισσότερους είναι δύσκολα ή δυσάρεστα, έχοντας ως τελικό σκοπό τη διασφάλιση αποδοχής.
Αυτή η συνεχής ανάληψη καθηκόντων και ευθυνών πολλές φορές οδηγεί στην υπερβολική επιβάρυνση του ατόμου, με φυσικό επακόλουθο την έλλειψη χρόνου και δύναμης, φαινομένου που αναγκαστικά οδηγεί στη μη αποπεράτωση των καθηκόντων, στη χαμηλότερης ποιότητας εκπόνηση δραστηριοτήτων και τελικά στη μη επαρκή απόδοση.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, οι άνθρωποι που αναλαμβάνουν πολλά, κουράζονται γρήγορα και προσπαθούν να αναβάλουν ή να καθυστερήσουν υποχρεώσεις, ακριβώς επειδή δεν θέλουν ή δεν έχουν μάθει ή δεν μπορούν «να πουν όχι». Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης, είναι οι άλλοι να μας βλέπουν ως μη ικανούς, αναβλητικούς, ίσως ακόμα και αδιάφορους γι' αυτά που έχουμε αναλάβει, γεγονός που τους δημιουργεί συναισθήματα θυμού, θλίψης, απογοήτευσης.
Ως φυσικό επακόλουθο αναγκάζονται να αντιδράσουν απέναντί μας σύμφωνα με συναισθήματα που τους έχουμε εμείς οι ίδιοι δημιουργήσει εξαιτίας της αναβλητικότητάς μας. Η πραγματική ανάγκη του να «τα έχουμε με όλους καλά» τελικά δημιουργεί ακριβώς το αντίθετο του προσδοκώμενου σκοπού, καλλιεργεί άσχημη εικόνα του εαυτού μας, μας κάνει να δείχνουμε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που θα θέλαμε να είμαστε και δημιουργεί τεράστια προβλήματα στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Ο άντρας που συνειδητοποιεί ότι το προαναφερόμενο πρότυπο συμπεριφοράς αποτελεί μία συχνή έκφανση της καθημερινότητάς του, αισθάνεται συντετριμμένος, απογοητευμένος, ανήμπορος και βαθύτατα πληγωμένος. Η συγχώνευση πολλών αρνητικών συναισθημάτων έχει ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση μιας περισσότερο παγερής, σκληρής και μοναχικής οπτικής και την γέννηση ενός ρεπερτορίου σκέψεων του τύπου «δεν θα αφήσω κανέναν να μου το κάνει αυτό ξανά, δεν θα υποχωρήσω άλλο, από δω και πέρα θα είμαι εγώ αυτός που καθορίζει τη ζωή μου».
Αυτή η «εφηβική επανάσταση» επεκτείνεται σε πολλά επίπεδα της ζωής, ιδιαίτερα στους τομείς που δεν είναι απειλητικοί για τον άνδρα. Έτσι, ένας άνθρωπος αρκετά υποχωρητικός, καλόβολος, ήρεμος και εξυπηρετικός στην εργασία του, επιδεικνύει μία εντελώς αντίθετη συμπεριφορά στη σύντροφό του, γιατί εκεί θεωρεί ότι δεν υπάρχει χώρος για περαιτέρω υποχωρήσεις. Αυτή η διάσταση της εικόνας μεταξύ του εργασιακού και προσωπικού πλαισίου, επιφέρει σύγχυση των αντιλήψεων που υπάρχουν για εμάς, γεγονός που με τη σειρά του αποτελεί εφαλτήριο αρνητικών σκέψεων και υποθέσεων για τα πραγματικά συναισθήματα απέναντι στους κοντινούς μας ανθρώπους.
Στην περίπτωση αυτή, το πρώτο πράγμα που πρέπει κάποιος να κάνει είναι να αρχίσει να κοινοποιεί τις ανάγκες του, να ζητάει και ο ίδιος βοήθεια όταν έχει πραγματικά ανάγκη και να αρχίζει να διεκδικεί το αναφαίρετο δικαίωμα του για προστασία ή φροντίδα. Η διαδικασία εκμάθησης της διεκδίκησης, η αναζήτηση δηλαδή ικανοποίησης των βαθύτερων επιθυμιών και στόχων είναι μία διαδικασία στην οποία ο σύγχρονος άνδρας πρέπει να εκπαιδευθεί. Υπάρχουν συγκεκριμένες τεχνικές ενίσχυσης της διεκδικητικής συμπεριφοράς που διαφοροποιούν την διεκδίκηση από την επιθετικότητα και προάγουν την αποτελεσματική προσαρμογή στα καθημερινά προβλήματα.
Α) καταλήγουμε να μας εκμεταλλεύονται οι άλλοι γεγονός που μας καταθλίβει, μας θυμώνει ή μας ενοχοποιεί και έτσι επιβεβαιώνεται η ανασφάλειά μας,
Β) μερικές φορές νιώθουμε ότι χάσαμε τον έλεγχο εξαιτίας της ανάγκης να ευχαριστήσουμε τους άλλους και αρχίζουμε να κρυβόμαστε, να αναβάλλουμε πράγματα που πρέπει να κάνουμε και να μην τηρούμε τις δεσμεύσεις μας απέναντι στους άλλους, με συνέπεια να τους κάνουμε να θυμώνουν, γεγονός που αυξάνει την ανασφάλειά μας».
Από την έρευνα αυτή δηλαδή, φαίνεται ότι τρεις στους τέσσερις άντρες προτιμούν να μην ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες προκειμένου να είναι ευχάριστοι στους άλλους ή να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους. Μερικές φορές όμως, η υπερβολική προθυμία προσφοράς στο κοινωνικό περιβάλλον μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εκμετάλλευσής. Στην περίπτωση αυτή, δηλαδή όταν οι συνεχόμενες υποχωρήσεις, με σκοπό την απόκτηση της εύνοιας των άλλων, έχουν οδηγήσει στην διαιώνιση μιας «υποτακτικής εικόνας» για τον εαυτό, τότε ο άνθρωπος κατακερματίζεται από τη γέννηση συναισθημάτων υποτίμησης, απόρριψης, χαμηλής αυτοεκτίμησης και άλλων αυτομομφικών σχημάτων.
Τονίζεται ότι η προσπάθεια απόκτησης της εύνοιας, δε συντελείται πάντα σε συνειδητό επίπεδο. Αντίθετα, λαμβάνει χώρα με τη μορφή της προσπάθειας ευχαρίστησης των άλλων, με την εκτέλεση έργων που για τους περισσότερους είναι δύσκολα ή δυσάρεστα, έχοντας ως τελικό σκοπό τη διασφάλιση αποδοχής.
Αυτή η συνεχής ανάληψη καθηκόντων και ευθυνών πολλές φορές οδηγεί στην υπερβολική επιβάρυνση του ατόμου, με φυσικό επακόλουθο την έλλειψη χρόνου και δύναμης, φαινομένου που αναγκαστικά οδηγεί στη μη αποπεράτωση των καθηκόντων, στη χαμηλότερης ποιότητας εκπόνηση δραστηριοτήτων και τελικά στη μη επαρκή απόδοση.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, οι άνθρωποι που αναλαμβάνουν πολλά, κουράζονται γρήγορα και προσπαθούν να αναβάλουν ή να καθυστερήσουν υποχρεώσεις, ακριβώς επειδή δεν θέλουν ή δεν έχουν μάθει ή δεν μπορούν «να πουν όχι». Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης, είναι οι άλλοι να μας βλέπουν ως μη ικανούς, αναβλητικούς, ίσως ακόμα και αδιάφορους γι' αυτά που έχουμε αναλάβει, γεγονός που τους δημιουργεί συναισθήματα θυμού, θλίψης, απογοήτευσης.
Ως φυσικό επακόλουθο αναγκάζονται να αντιδράσουν απέναντί μας σύμφωνα με συναισθήματα που τους έχουμε εμείς οι ίδιοι δημιουργήσει εξαιτίας της αναβλητικότητάς μας. Η πραγματική ανάγκη του να «τα έχουμε με όλους καλά» τελικά δημιουργεί ακριβώς το αντίθετο του προσδοκώμενου σκοπού, καλλιεργεί άσχημη εικόνα του εαυτού μας, μας κάνει να δείχνουμε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που θα θέλαμε να είμαστε και δημιουργεί τεράστια προβλήματα στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Ο άντρας που συνειδητοποιεί ότι το προαναφερόμενο πρότυπο συμπεριφοράς αποτελεί μία συχνή έκφανση της καθημερινότητάς του, αισθάνεται συντετριμμένος, απογοητευμένος, ανήμπορος και βαθύτατα πληγωμένος. Η συγχώνευση πολλών αρνητικών συναισθημάτων έχει ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση μιας περισσότερο παγερής, σκληρής και μοναχικής οπτικής και την γέννηση ενός ρεπερτορίου σκέψεων του τύπου «δεν θα αφήσω κανέναν να μου το κάνει αυτό ξανά, δεν θα υποχωρήσω άλλο, από δω και πέρα θα είμαι εγώ αυτός που καθορίζει τη ζωή μου».
Αυτή η «εφηβική επανάσταση» επεκτείνεται σε πολλά επίπεδα της ζωής, ιδιαίτερα στους τομείς που δεν είναι απειλητικοί για τον άνδρα. Έτσι, ένας άνθρωπος αρκετά υποχωρητικός, καλόβολος, ήρεμος και εξυπηρετικός στην εργασία του, επιδεικνύει μία εντελώς αντίθετη συμπεριφορά στη σύντροφό του, γιατί εκεί θεωρεί ότι δεν υπάρχει χώρος για περαιτέρω υποχωρήσεις. Αυτή η διάσταση της εικόνας μεταξύ του εργασιακού και προσωπικού πλαισίου, επιφέρει σύγχυση των αντιλήψεων που υπάρχουν για εμάς, γεγονός που με τη σειρά του αποτελεί εφαλτήριο αρνητικών σκέψεων και υποθέσεων για τα πραγματικά συναισθήματα απέναντι στους κοντινούς μας ανθρώπους.
Στην περίπτωση αυτή, το πρώτο πράγμα που πρέπει κάποιος να κάνει είναι να αρχίσει να κοινοποιεί τις ανάγκες του, να ζητάει και ο ίδιος βοήθεια όταν έχει πραγματικά ανάγκη και να αρχίζει να διεκδικεί το αναφαίρετο δικαίωμα του για προστασία ή φροντίδα. Η διαδικασία εκμάθησης της διεκδίκησης, η αναζήτηση δηλαδή ικανοποίησης των βαθύτερων επιθυμιών και στόχων είναι μία διαδικασία στην οποία ο σύγχρονος άνδρας πρέπει να εκπαιδευθεί. Υπάρχουν συγκεκριμένες τεχνικές ενίσχυσης της διεκδικητικής συμπεριφοράς που διαφοροποιούν την διεκδίκηση από την επιθετικότητα και προάγουν την αποτελεσματική προσαρμογή στα καθημερινά προβλήματα.